Είχε ολοκληρωθεί η πρώτη μας συνεδρία.
Ο μεσήλικας υποψήφιος για ψυχοθεραπεία έμοιαζε σκεφτικός κι εντυπωσιασμένος να επεξεργάζεται την ανατροφοδότηση που του έδωσα σχετικά με τα όσα διαμείφθηκαν μεταξύ μας σ’ αυτήν την πρώτη συνάντηση.
Σχεδόν στο κλείσιμο της συνάντησης, τον ενημέρωσα, ανάμεσα στα άλλα:
– Εάν σας ενδιαφέρει σοβαρά το ενδεχόμενο να εργαστείτε με τον εαυτό σας και να πάρετε στα σοβαρά τα θέματα που σας απασχολούν, θα χρειαστεί να δεσμευτείτε στην αυτογνωστική σας εργασία για τουλάχιστον ένα ημερολογιακό έτος.
Στην συνέχεια, κι εφόσον η συνεργασία μας προχωρεί εποικοδομητικά, ίσως ανοίξει για σας το ενδεχόμενο της ομαδικής ψυχοθεραπείας…
– Ααα! Ξέρετε, δεν μου αρέσουν οι δεσμεύσεις…
Δυστυχώς, αν και πολύ θα το ήθελα, δεν είχα διαθέσιμο χρόνο για να σχολιάσω σε περισσότερο εύρος και βάθος, ούτε να συζητήσουμε την σημαντική αυτή δήλωση του ενδιαφερόμενου.
Αρκέστηκα στο να εξηγήσω εν συντομία για ποιους λόγους είναι σημαντική η προσωπική δέσμευση στην ψυχοθεραπευτική διαδικασία.
Καθώς σηκώθηκε για να φύγει, μου είπε πως θα θελε να το σκεφτεί καλύτερα.
Προφασίστηκε πως το οικονομικό θα επηρέαζε την απόφασή του για το εάν θα ξεκινήσει την διαδικασία, ή θα την αναβάλει.
Πολύ πρόθυμα συμφώνησα πως χρειάζεται πράγματι να το σκεφτεί καλύτερα, και του έδωσα σ αυτό την συγκατάθεσή μου σ’ αυτό.
Επειδή θεωρώ πολύ σοβαρή υπόθεση την ψυχοθεραπεία, και ολόψυχα δεσμεύομαι στο να βοηθώ ανθρώπους, δεν είμαι διαθέσιμος να εργαστώ ψυχοθεραπευτικά με ανθρώπους που δεν παίρνουν στα σοβαρά τον εαυτό τους, και την ψυχοθεραπευτική εργασία.
Δείτε επίσης: Ψυχοθεραπεία και πνευματικότητα: σκέψεις, διχασμοί και διλήμματα
Που αρνούνται στοιχειωδώς να δεσμευτούν.
Είναι σα να πας να “υποχρεώσεις” κάποιον να γίνει εξερευνητής του κόσμου, καθαριστής των σκοτεινών υπογείων του σπιτιού του, ιπτάμενος πιλότος, κυνηγός στο παιχνίδι του χαμένου θησαυρού.
Μάταιος ο κόπος να κυνηγάς κάποιον που ακόμα δεν θέλει να πάρει την ευθύνη του.
Που δεν έχει κατανοήσει την αξία και την λειτουργία του κόστους που ενέχεται στην ευθύνη.
Σε καμιά περίπτωση η ανάγκη για δέσμευση δεν είναι κάτι που επιτάσσεται απ’ έξω.
Δεν είναι μια επιταγή που πρέπει να επιβληθεί από τον μεσάζοντα ψυχοθεραπευτή, λες και είναι δική του επιθυμία.
Όχι. Η ανάγκη του υποψήφιου της αυτογνωσίας για δέσμευση είναι ακριβώς αυτό:
Δική του ανάγκη, ανάλογη σε ένταση, διάρκεια και βαρύτητα με την επιθυμία του να προχωρήσει σταθερά και δυναμικά στη ζωή του. Στην αποκάλυψη των δυνατοτοτήτων του.
Είναι η απροϋπόθετη επιλογή αυτού που θέλει ενήλικα να πειθαρχήσει, επειδή φλέγεται από την επιθυμία να μάθει να κινείται ελεύθερος.
Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, όταν ο θεραπευόμενος ακυρώσει μια συνεδρία, οφείλει να την πληρώσει.
Για να δείξει έμπρακτα πρώτα στον εαυτό του την επιθυμία του να είναι κατ’ επιλογήν μέλος αυτής της διαδικασίας.
Για να πεισθεί ό ίδιος πως η απόφασή του να θεραπευτεί είναι βασική του προτεραιότητα, αναλαμβάνοντας αβίαστα το κόστος της.
Δεσμευόμενος, δεν κάνει την χάρη σε κανέναν άλλον, παρά αποκλειστικά στον εαυτό του.
Ο άνθρωπος αυτός βέβαια δεν μπήκε ποτέ σε θεραπεία μαζί μου.
Αμφιβάλλω για το αν έχει ξεκινήσει με κάποιον άλλον ειδικό ψυχικής υγείας σε εκείνη, ή σε μετέπειτα φάση της ζωής του.
Απ’ ότι κατάλαβα, ο συγκεκριμένος κύριος δεν είχε κανένα οικονομικό πρόβλημα που ρεαλιστικά τον απέτρεπε από την επιθυμία του να επιχειρήσει το εγχείρημα της ψυχοθεραπείας.
Η εμπειρία μου, μέχρι σήμερα, λέει πως η συντριπτική πλειοψηφία των υποψηφίων για ψυχοθεραπεία που προφασίζονται οικονομική στενότητα προκειμένου να αποφύγουν ή να αναβάλλουν την αυτογνωστική τους διερεύνηση, τρομάζουν μπρος στο ενδεχόμενο της δέσμευσής τους σε μια απόφαση, που δυνητικά τους ανατρέπει το παρόν και το μέλλον τους, την εικόνα που οι σημαντικοί άλλοι έχουν γι’ αυτούς και –κυρίως- την αυτοεικόνα τους, και συνολικά την ζωή τους.
Τους τρόπους και τις πρακτικές με τις οποίες έμαθαν να σχετίζονται με τον εαυτό και με τους άλλους.
Στην προκειμένη περίπτωση, αρχικά πήγε να με εντυπωσιάσει η αφοπλιστική «ειλικρίνεια» του ενδιαφερόμενου («Δεν μ’ αρέσει να δεσμεύομαι…»).
Κρίμα, σκέφτηκα μετά, που σχεδόν αμέσως «πάτησε» στο οικονομικό για να γλιστρήσει απ’ το βασικό του πρόβλημα.
Το πραγματικό του αίτημα που τον έσπρωξε προς την αναζήτηση ψυχοθεραπείας.
Ποιό είναι αυτό;
Η απροθυμία του να πάρει στα σοβαρά την ζωή του, η μη διαθεσιμότητά του να δεσμευτεί.
Όχι, η κατάθλιψη, οι προβληματικές του σχέσεις με τους άλλους, το γενικευμένο του άγχος, η δυσκολία του να διαχειριστεί αποτελεσματικά τα συναισθήματά του, δεν είναι οι πραγματικοί λόγοι που τον οδήγησαν στην θέση αδυναμίας από την οποία ζήτησε να τον βγάλει η ψυχοθεραπεία!
Το βαθύτερο αίτημα-πληγή που τον κινητοποίησε προς αυτήν την κατεύθυνση είναι η βαθιά εγκατεστημένη μέσα του αμφιθυμία του να δεσμευτεί.
Η βασική του «τρύπα» εμπιστοσύνης.
Οι άνθρωποι λένε πως επιθυμούν.
Την υγεία, την αυτογνωσία, την αποδοχή των άλλων, την αυτοαποδοχή, την αγάπη, την ζωή.
Λένε, στην καλύτερη περίπτωση, πως επιθυμούν πολύ να αλλάξουν οι ίδιοι.
Ενώ όμως διακηρύσσουν επίμονα κι εμφατικά ότι θέλουν όλα τα παραπάνω.
Ενώ βροντοφωνάζουν πως θέλουν να προχωρήσουν στην ζωή τους, την ίδια στιγμή, μέσα τους έχουν εντελώς αποσυνδέσει την επιθυμία από την ευθύνη τους για την πραγμάτωσή της.
Ακόμη διαβάστε: Πως ακριβώς δουλεύει η ομαδική ψυχοθεραπεία;
Έχουν σχηματίσει την λανθασμένη εντύπωση πως το να ζητάς, να θέλεις και να επιδιώκεις από τον εαυτό σου και από τους άλλους το διαφορετικό, το καλύτερο, αυτό αρκεί για να το πετύχεις κιόλας.
Αρνούνται πεισματικά να συνειδητοποιήσουν πως η επιθυμία τους έχει την βάση της στην ανάγκη τους για έμπρακτη δέσμευση ως προς την πραγματοποίησή της.
Πως η ίδια η επιθυμία προσδιορίζει ενδοψυχικά τα όρια της νοητικής, συναισθηματικής και συμπεριφορικής δράσης μέσα στα οποία θα κινηθεί το υποκείμενό της, εσωτερικά και στις σχέσεις του με τους άλλους.
Ότι είναι απολύτως μάταιο και υποκριτικό να επιθυμεί κανείς χωρίς να έχει την πρόθεση να αναλάβει τη ευθύνη που προσωπικά του αναλογεί για την επιδίωξη της επιθυμίας του.
Είναι σα να θέλει κάποιος να μάθει ποδήλατο, ενώ δεν έχει καμία πρόθεση να το καβαλήσει, δεν μπορεί ή δεν θέλει να νοικιάσει, ή να αγοράσει, ποτέ ποδήλατο.
Το 95% των υποψήφιων προς ψυχοθεραπεία ωθούνται υποσυνείδητα στην απόφασή τους να δοκιμάσουν έναν ψυχοθεραπευτή από την επιθυμία τους -και την αμφιθυμία τους- να έρθουν αντιμέτωποι με την αληθινή αιτία των προβληματικών τους σχέσεων, την προβληματική βίωση του εαυτού τους:
Την εμπρόθετη κι ανεπίγνωστη διάσταση που υφίσταται ανάμεσα στην επιθυμία τους και την ανάληψη της ευθύνης τους για την επιδίωξή της.
Έχουν γεμίσει την ζωή τους από αδύναμα, άβουλα, ανώδυνα και ανεύθυνα «θέλω», που καθώς είναι απρόθυμα να διεκδικήσουν τον εαυτό τους, σωρεύονται σαν ξεχασμένα διαμάντια, σαν βαρίδια σαβούρας στον πάτο της ψυχής.
Παραπαίοντας ανάμεσα στον φόβο της ύπαρξης και την ανακούφιση της υπεκφυγής, του στρουθοκαμηλισμού, της ανυπαρξίας.
Οι υποψήφιοι σύντροφοί τους δεν τους παίρνουν στα σοβαρά, αφού οι ίδιοι αρνούνται να πάρουν στα σοβαρά τις επιθυμίες τους, δηλαδή τον εναργέστερο εαυτό τους.
Το να πάρει κανείς στα σοβαρά τον εαυτό του και την ζωή του δεν είναι καθόλου αυτονόητο, ούτε αδάπανο.
Θέλει να σαι πρόθυμος να πληρώσεις το κόστος της αυτεπίγνωσης, του κόπου, της αντιπαράθεσης με τους ισχυρότερους φόβους κι ανεπάρκειές σου, τον τρομαχτικό ενδεχόμενο της ματαίωσης των ονείρων σου, αλλά και τον ακόμα φοβερότερο κίνδυνο της πραγματοποίησής τους…
Θέλει να διατηρείς ακμαίο το όνειρο σου, και ταυτόχρονα να είσαι έτοιμος να θυσιάσεις την βολή σου για την έμπρακτη επιδίωξή του.
Να πληρώσεις το ψυχικό κόστος των αποτυχιών, αλλά κυρίως των επιτυχιών σου.
Το κόστος της υπαρξιακής σου ολοκλήρωσης.
«Δεν θέλω να δεσμεύομαι!», μου λες, άμεσα ή –συνήθως-, έμμεσα.
Εννοείς: «Δεν θέλω να είμαι υπεύθυνος για την ζωή μου. Φοβάμαι να με εμπιστευτώ, να σε εμπιστευτώ, κι έχω δεσμευτεί να υπακούω στον φόβο μου».
Κι ύστερα, νιώθεις χρησιμοποιημένος, τρωτός, και ένοχος.
Ένοχος, γιατί, ενώ έχεις υποχρέωση έναντι στον εαυτό σου, και στην ζωή που σου δόθηκε.
Ενώ έχεις υποχρέωση να θέτεις σκοπούς και στόχους, με συνέπεια να τους υπηρετείς, και κάποτε να τους υπερβαίνεις, εσύ ζητάς αναβολές.
Στην πραγματικότητα το μόνο που ζητάς είναι την βολή σου.
Γιατί υπονομεύοντας την έμφυτη και βαθύτατη ανάγκη της ψυχής σου για συνέπεια κι ολοκλήρωση, την καταδικάζεις να λιμοκτονεί στα λίγα και τα φθηνά, μαζεύοντας τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι αυτών που στραγγίζουν τους χυμούς της ζωής, της ακριβής συνέπειας, της εντιμότητας, και της ευθύνης τους…