Μου έλεγε το ζευγάρι για τις θυσίες που έκανε προκειμένου να σώσει το «όνειρο» του γάμου του, να διαφυλάξει την σχέση του από το ενδεχόμενο της διάλυσης.
Κι εγώ από την ψυχοθεραπευτική μου πολυθρόνα έβλεπα πως κανένας απ’ τους δυο τους δεν ήξερε να αγαπά.
Ο ένας, «ερωτευμένος» με την ανάγκη του για αυτοδικαίωση, καθώς αυτή καθρεφτιζόταν στην ασφυκτική αγκαλιά του άλλου.
Αμφότεροι θα επέλεγαν κάθε «θυσία» προκειμένου να συνεχίσουν ανεμπόδιστα να βιώνουν την παρατεταμένη ψυχική τους ανωριμότητα.
Να χρησιμοποιούν την σημαντικότητα του γάμου τους, τα παιδιά, τον χαρακωμένο κι αδικαίωτο έρωτά τους, την σπουδαιότητα τους για τον άλλον, για να παρακάμπτουν την επίγνωση του τρόμου τους μπρος το ενδεχόμενο της προσωπικής τους ψυχικής αυτονόμησης, να εθελοτυφλούν μπροστά στην υπαρξιακή τους ανημπόρια.
Πρόθυμοι να πουν και να κάνουν τα πάντα στο όνομα της κοινόχρηστης «αγάπης», αρκεί να μη δει κανείς τους πως ο άλλος είναι μόνο το «δεκανίκι», που με ανακούφιση ο χρόνια «ανάπηρος» χρησιμοποιεί για να μην σταθεί ποτέ μόνος στα πόδια του…