Στην άσκηση της ψυχολογίας και στην ψυχοθεραπεία οι ανάγκες των ανθρώπων που ζητούν βοήθεια έχουν πάντα προτεραιότητα σε σχέση με τις ανάγκες των ψυχοθεραπευτών και των θεωρητικών ψυχοθεραπευτικών μοντέλων. Γι’ αυτόν τον λόγο, οι διάφορες θεωρίες και τεχνικές που ανέπτυξαν κι αναπτύσσουν οι ψυχοθεραπευτικές σχολές έχουν στόχο να υπηρετούν τις ανάγκες των θεραπευομένων.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, ο βασικός σκοπός και η ύψιστη αξίωση κάθε έμπειρου και ικανού ψυχοθεραπευτή είναι, να διαμορφώσει ένα προσωπικό ψυχοθεραπευτικό μοντέλο το οποίο να ανταποκρίνεται στην σε βάθος προσωπική του κλινική γνώση κι εμπειρία, συλλέγοντας και ενσωματώνοντας θεραπευτικές ιδέες και τεχνικές από τις επικρατούσες ψυχοθεραπευτικές σχολές και θεωρίες.
Κατά την Συνθετική Ψυχοθεραπεία, όχι μόνο είναι δυνατόν, αλλά είναι και αναπόφευκτο κάθε ψυχοθεραπευτής να οδηγείται στην δημιουργία ενός μοναδικού, προσωπικού ψυχοθεραπευτικού σχήματος, το οποίο, λαμβάνοντας υπόψιν την προσωπική του ιδεολογία & θέαση της πραγματικότητας μέσα από τα μάτια του συγκεκριμένου θεραπευτή, είναι σε θέση να παρέχει ερμηνευτικούς κανόνες των μηχανισμών εξέλιξης της ανθρώπινης συμπεριφοράς, και τελικά να συμβάλλει στην αποτελεσματικότερη θεραπευτική παρέμβαση, υπερβαίνοντας τα ήδη υπάρχοντα θεωρητικά μοντέλα στο χώρο της ψυχοθεραπείας.
Όπως έγραψε ο Carl Jung (1928), «Αυτός είναι κι ο λόγος που συμβουλεύω κάθε νέο ψυχοθεραπευτή: μάθε καλά τις θεωρίες σου, ώστε να είσαι σε θέση να τις αφήσεις στην άκρη όταν αγγίξεις το θαύμα της ανθρώπινης ψυχής. Όχι οι (ψυχοθεραπευτικές) θεωρίες, αλλά η δική σου δημιουργική ατομικότητα είναι αυτή που θα πρέπει να παίρνει τις αποφάσεις (στην ψυχοθεραπεία)».
Σύμφωνα με την Συνθετική Ψυχοθεραπεία, καμία μεμονωμένη σχολή και μορφή ψυχοθεραπευτικής πρακτικής δεν μπορεί να είναι απολύτως αποτελεσματική, ούτε να ικανοποιεί επαρκώς τα αιτήματα όλων των ατόμων ή των συστημάτων που ζητούν βοήθεια από την ψυχοθεραπεία.
Γι’ αυτόν τον λόγο, η συνθετική προσέγγιση στην ψυχοθεραπεία δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην εξατομίκευση της θεραπευτικής πρακτικής σύμφωνα με τα αιτήματα και τις προσωπικές ανάγκες κάθε ανθρώπου που ζητά βοήθεια. Ο ψυχοθεραπευτής θέτει ως ύψιστη προτεραιότητα της δουλειάς του την διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος που «εμπεριέχει» και στηρίζει με σεβασμό και βαθιά αίσθηση ειλικρινούς αποδοχής τις ανάγκες και τα αιτήματα του θεραπευόμενου.
Η συνθετική προσέγγιση έχει στόχο την εξοικείωση κι εκπαίδευση του ψυχοθεραπευτή σε όλες τις θεραπευτικές σχολές, ώστε να μπορεί να συνθέτει θεωρίες και τεχνικές ανάλογα με τα συμφραζόμενα της περίπτωσης του εκάστοτε πελάτη/ θεραπευόμενου. Παρόλο που αυτό ακούγεται φιλόδοξο και απαιτεί αρκετή πείρα και κατάρτιση, είναι ωστόσο ένας ιδανικός τρόπος προσέγγισης στην ψυχοθεραπεία, καθώς παίρνει τις πιο κατάλληλες θεωρητικές ιδέες και πρακτικές τεχνικές από τις βασικές ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις και τις συνθέτει σε ένα αμάλγαμα ειδικά προσαρμοσμένο στις θεραπευτικές ανάγκες των ανθρώπων που έχουν ανάγκη από ψυχοθεραπευτική βοήθεια.
Στόχος του ψυχοθεραπευτή που ακολουθεί την Συνθετική Προσέγγιση είναι να ενσωματώσει με επιτυχία -τουλάχιστον δύο- διαφορετικές θεωρίες, μεθόδους & τεχνικές ψυχοθεραπείας, έτσι ώστε να διευρυνθεί η αίσθηση προσωπικού χώρου και η λειτουργικότητα του ανθρώπου που ζητά βοήθεια, τόσο σε ενδοψυχικό, όσο και σε διαπροσωπικό επίπεδο, πάντα με σεβασμό στις ιδιαιτερότητες και τα προσωπικά όρια του κάθε ατόμου.
Η Συνθετική Ψυχοθεραπεία δίνει έμφαση στην ικανότητα του θεραπευτή για δέσμευση στη διαδικασία προσωπικής του ανάπτυξης και ψυχοθεραπείας, καθώς και στην επιστημονική του επιμόρφωση κι ωρίμανση στο χώρο της ψυχοθεραπευτικής γνώσης, μέσα από συνεχή επαγγελματική εκπαίδευση κι εποπτεία.
Η επιλεκτική χρήση ή σύνθεση επιμέρους ψυχοθεραπευτικών πρακτικών & μεθόδων, ανά περίπτωση, βασίζεται πάντα στην επαρκή γνώση του προβλήματος του θεραπευόμενου, την κλινική εμπειρία και διαίσθηση του επαγγελματία ψυχοθεραπευτή.