Η ψυχοθεραπεία συνήθως καλείται να εστιάσει στο ψυχικό τραύμα του ανθρωπου, στο ψυχικό άλυτο ζήτημα που κάνει την ζωή του περίπλοκη και δυσφορική.
Στο παρελθόν επιστρέφει κανείς για να επαναβιώσει την τραυματική εμπειρία, η οποία δεν είναι στ’ αλήθεια παρελθούσα, αφού, αν και υπάρχει κάπου στο ασυνείδητο, δεν ενσωματώθηκε ικανοποιητικά από το εγώ.
Για να γίνει λοιπόν το τραύμα κυριολεκτικά “παρελθόν” (να το αφήσει δηλαδή κανείς πίσω με την βοήθεια του ψυχολόγου) χρειάζεται πρώτα να βιωθεί -για πρώτη φορά- από μια συνεκτική προσωπικότητα, να γίνει αντικείμενο πένθους, και να ενταχθεί, όχι πλέον ως απειλή, αλλά ως ευκαιρία ανασυγκρότησης και ωρίμανσης, στην εκουσίως αναπτυσσόμενη και διευρυνόμενη ψυχική πραγματικότητα του ατόμου.
Αυτό μπορεί να γίνει στο πλαίσιο της αναπτυσσόμενης μεταβιβαστικής σχέσης ανάμεσα στον θεραπευόμενο και τον ψυχοθεραπευτή του, μέσα στην ψυχοθεραπεια. Σ’ αυτήν την σχέση εμπιστοσύνης μπορεί να επαναβιωθεί η πρώιμη τραυματική σχέση ή εμπειρία, με περισσότερη ασφάλεια, και να επανερμηνευθεί αποκτώντας νέο νόημα μέσα στις διαστάσεις της ενήλικης κατανόησης.
Έτσι μόνο μπορεί να ξεπεραστεί η εξαρτητική ανάγκη προσκόλλησης στα “τραύματα” του “παρελθόντος”.
Δείτε επίσης: Ο φόβος της σιωπής στην ψυχοθεραπεία