Η σιωπή στην ατομική ψυχοθεραπεία, τα συναισθήματα που προκαλεί, και οι προβολές του θεραπευόμενου στο κενό της σιωπής.
Οι άνθρωποι συχνά φοβούνται την εμπειρία του κενού.
Την θεωρούν απειλητική για την επιθυμία τους να ελέγξουν με ασφάλεια την ροή της λογικής τους σκέψης, του λόγου τους, της ζωής τους.
Στο πλαίσιο της ψυχοθεραπείας προβάλλουν τον φόβο τους γι’ αυτήν την εμπειρία στο χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο λόγος απουσιάζει, στην σιωπή που λαμβάνει χώρα κατά την διάρκεια της συνεδρίας.
Φοβούμενοι να βιώσουν το κενό, βιάζονται να το γεμίσουν με σχόλια, δικά τους, ή δικά μου.
Στην καλύτερη περίπτωση, το χρησιμοποιούν σαν ευκαιρία για να εκφράσουν τα συναισθήματα που αυτό τους προκαλεί.
Αυτά τα συναισθήματα μπορεί να γίνουν «μαγιά» απ’ απ’ την πλευρά του ψυχοθεραπευτή, ώστε να βιωθεί από τον θεραπευόμενο η εμπειρία του κενού και ο φόβος γι’ αυτήν μέσα στο ασφαλές και διευκολυντικό πλαίσιο της θεραπευτικής σχέσης και προοπτικής.
Ανατρέχοντας στην προσωπική του ιστορία, συχνά ανακαλύπτει ο θεραπευόμενος πως η εμπειρία του κενού συνέβη ως γεγονός στον παρελθόν, που βιώθηκε από τον ψυχισμό του ως τραυματικό.
Το τραυματικό βίωμα του κενού είναι η εμπειρία πως τίποτα δεν συνέβη, τότε που θα έπρεπε κάτι καλό & χρήσιμο να είχε συμβεί.
Για παράδειγμα, κατά την πρώιμη συμβιωτική σχέση με την μητέρα, μια συνεπής κίνηση εγγύτητας και φροντίδας η οποία να στερεώσει το βίωμα της ασφάλειας και της μετέπειτα πρόθεσης για δημιουργία συνεκτικής ταυτότητας από το παιδί.
Είναι βέβαια δύσκολο να ανακληθεί τέτοια εμπειρία, αφού είναι σίγουρα ευκολότερο να θυμηθεί κανείς μια ενεργητική πρόκληση βλάβης, ένα τραύμα, τον πόνο από μια ανοιχτή πληγή, από το να θυμηθεί πως τίποτα δεν συνέβη όταν θα έπρεπε να είχε συμβεί…
Αντίστοιχα δύσκολη είναι και η ανάκληση των βουβών συναισθημάτων που προκάλεσε η εμπειρία του φαινομενικού «τίποτα»…
Διαβάστε επίσης: Ψυχοθεραπεία και ανάληψη ευθύνης