Η ψυχολογία της αυτοπαράδοσης: Ένα αυτογνωστικό καθρέφτισμα στην ταινία “Ο Ναυαγός”.
Θυμάμαι τον Αμερικάνο ηθοποιό Tom Hanks, όταν στην ταινία: «Ναυαγός» έκλαιγε με απόγνωση γιατί έχανε μπροστά στα μάτια του, χωρίς να μπορεί να κάνει κάτι για να το αποτρέψει, τον μοναδικό του «φίλο», τον Wilson, την στιγμή που ένα κύμα τον απομάκρυνε από την σχεδία του μέσα στην φουρτουνιασμένη θάλασσα.
Ο Wilson δεν ήταν άνθρωπος, ούτε σκύλος. Ήταν μόνο μια μπάλα του βόλεϊ, με το όνομα της αντίστοιχης μάρκας, η οποία όμως του κράτησε συντροφιά για τρία ολόκληρα χρόνια. Τα χρόνια της αναγκαστικής του μόνωσης λόγω ναυαγίου σ’ ένα μικρό νησί του Ειρηνικού. Αυτά τα χρόνια μιλούσε αποκλειστικά στην μπάλα σαν να απευθυνόταν στον καλύτερο καρδιακό του φίλο. Ο Wilson είχε γίνει σύντροφος και εξομολόγος του.
Δείτε επίσης: Αγχώδεις Διαταραχές: Ψυχολογική ερμηνεία & Ψυχοθεραπευτική αντιμετώπιση
Θυμάμαι πόσο πολύ ταυτίστηκα με την κραυγή αγωνίας και βαθιάς απόγνωσης του συντετριμμένου ναυαγού στην σκηνή που αναπόφευκτα και με πολύ συντριβή, εν μέσω τρικυμίας, χωριζόταν από τον μοναδικό του φίλο.
Συνειδητοποιώ πως πολύ συχνά προσεύχομαι γιατί είναι βαθιά ριζωμένη μέσα μου η αίσθηση πως «άνθρωπον ουκ έχω». Πως ούτε είχα, ούτε έχω κάποιο ευήκοον ους ανά πάσα στιγμή διαθέσιμο και πρόθυμο να χωράει στην σιωπή του τον πιο απόκρυφο λόγο, την πιο ακραία στιγμή της αγωνίας μου.
Την πιο πρωτόγονη κι εκρηκτική ανάγκη μου ν’ ακουστώ. Να προσληφθώ όπως ανά πάσα στιγμή είμαι, χωρίς σχόλια, αφτιασίδωτος, ολόκληρος κι ελεύθερος από τον περισπασμό της ανησυχίας του πως φαίνομαι προς τα έξω.
Όμως δεν είναι λίγες οι φορές που καθρεφτίζω στον αόρατο Έναν που συγχωρητικά μόνον ακούει, τον φόβο μου για την αληθινή συνάντηση. Φοβούμενος πως κι Εκείνος θα με απορρίψει, όπως συνήθισα να το κάνω εγώ σε μένα υπακούοντας στις βαθιά εγκαθιδρυμένες εσωτερικευμένες μου φωνές, η προσευχή μου τείνει να παίρνει συχνά ένα σχήμα, έναν τρόπο ευάρεστο, όχι στον Κύριο, αλλά σ’ έναν Θεό που ο ίδιος έφτιαξα, για να αναπαράγω τα πιο οικεία μου, δυσκίνητα στον χρόνο και την μεταμόρφωση εσωτερικά προσωπεία.
Τα προσωπεία που απαιτούν από μένα ένα συγκεκριμένο ύφος, προσέγγιση και ήθος για να με δεχτούν. Συνειδητοποιώ τότε πως δεν απευθύνομαι στον αγαπητικό μονογενή Υιό του Θεού, αλλά σε ό,τι πιο αντιπαραγωγικό μέσα μου με συντροφεύει για χρόνια.
Φαίνεται να φοβάμαι τόσο πολύ μήπως χάσω τις οικείες μου «παρέες», που υποσυνείδητα αποδιώχνω την πιθανότητα να σχετισθώ με τον Θεό γιατί είναι σίγουρο πως Εκείνος θα ανατρέψει τα οικεία μου σχήματα. Προτιμώ με δύο λόγια να συνομιλώ με τις κακοποιητικές μου εκδοχές παρά με τον πιο φωτεινό υπαρξιακό μου πόλο.
Δείτε επίσης: Μια ιστορία αυτογνωσίας και θεραπευτικής μεταμόρφωσης από την θέση του θεραπευόμενου
Είναι τότε που καταναγκαστικά κι άψυχα χρησιμοποιώ την προσευχή για να μείνω αδιέξοδα απαράλλαχτος. Να μου λέω καθησυχαστικά: «Εσύ έκανες το πνευματικό σου καθήκον…!», ενώ μέσα μου τίποτα δεν άλλαξε. Να είμαι τυπικά «σωστός», αλλά άτυπα και ουσιαστικά να απέχω. Να φοράω την μάσκα του πιστού, αλλά να μην αποδίδω καμιά εμπιστοσύνη στην ανατρεπτική Του αγάπη. Να μιλώ φλύαρα για να μην αφήσω στην σιωπή μου να αποκαλύψει την αλήθεια μου. Να μπαίνω στην προσευχή δειλός και να βγαίνω κενός.
Είναι και οι πολύ σπάνιες εκείνες απειλητικές για την συνοχή της προσωπικότητας στιγμές που λέω εν απογνώσει κινδυνεύοντας: «γενηθήτω το θέλημά Σου».
Παραδόξως (;) μετά από μια τέτοια έμψυχη κατάθεση εμπιστοσύνης, μέχρι σήμερα, όλα γίνονται όπως ακριβώς επιθυμώ να γίνουν. Λες κι Αυτός που ακόμα φοβάμαι θέλει να μου πει: «Ξέρω παιδί Μου πόσο πολύ φοβάσαι την Αγάπη. Είσαι μικρός. Θα σε θρέψω με ευγνωμοσύνη για να μεγαλώσεις επειδή σ’ αγαπώ και θέλω να κινείσαι ως ελεύθερος. Για να ψηλώσει μέσα σου η επιθυμία Μου για σένα. Γιατί η σχέση μας έχει ανάγκη το καθαρό σου βλέμμα, την δοσμένη σου καρδιά… Έχω τουλάχιστον όσο κι εσύ, την ανάγκη στ’ αλήθεια να σε συναντήσω, να σε συγχωρέσω, να σ’ αγαπήσω. Ναι, ακριβώς όπως το φοβάσαι… Ακριβώς όπως και όσο το επιθυμείς…».