Ο τόσο δημοφιλής μύθος της ατομικότητας , της ψυχικής ανεξαρτησίας και αυτο-δυναμίας , που σκόπιμα προάγεται στην μετα-μοντέρνα, μετά-καπιταλιστική κοινωνία, στηρίζεται κυρίως στον βαθύ φόβο της υγιούς εξάρτησης από τους σημαντικούς άλλους. Προϋπόθεση ψυχικής υγείας κι επάρκειας που συχνά δεν έχει επιτευχθεί, για πολλούς ανθρώπους, σε πρώιμα στάδια της ψυχο-κοινωνικής τους ανάπτυξης.
Πρώτα απ’ όλα το ιδεώδες της αυτάρκειας είναι πρακτικά ανέφικτος στόχος: Οι περισσότεροι από μας εξαρτιόμαστε διαρκώς από τους άλλους στον πραγματικό κόσμο. Ακόμα κι αν κάποιος ζει μόνος, βασίζεται στις υπηρεσίες του ταχυδρόμου, του ραδιοφώνου ή της τηλεόρασης, στην συντροφιά ενός βιβλίου. Ακόμα και –κυρίως- αυτοί που φαίνονται ιδιαίτερα «ανεξάρτητοι» τύποι, διατελούν την εσωτερική τους ζωή σε συνεχή εξάρτηση από τα σημαντικά τους πρόσωπα που έχουν εσωτερικεύσει.
Όπως ορθά σημειώνει ο Winnicott (1958), η ώριμη ανεξαρτησία, αποτέλεσμα της ικανότητας να μπορεί να υπάρχει κάποιος μόνος, προϋποθέτει ότι κάποτε βίωσε την εμπειρία του να είναι μόνος ενώ κάποιος άλλος (π.χ. η μητέρα του) ήταν παρών, μάρτυρας της μοναχικής παρουσίας-δυνατότητας του πρώτου. Χωρίς την κατοχή της παραπάνω εμπειρίας, είναι αδύνατον ένας άνθρωπος να αναπτύξει επαρκώς την ψυχική δυνατότητα του να μπορεί να υπάρχει ως μόνος.
Με άλλα λόγια, αν δεν έχουμε αποκτήσει –συνήθως κατά την διάρκεια της πρώιμης μας παιδικής ηλικίας– ασφαλή εσωτερικευμένα «αντικείμενα» (δηλ. εσωτερικευμένους σημαντικούς άλλους), ή δεν αναπληρώσουμε την απώλειας αυτής της σχέσης χτίζοντας μια σχέση υγιούς εξάρτησης από τον Θεό, είναι πάρα πολύ πιθανό να δημιουργούμε συνεχώς παθογενείς συνεξαρτητικές σχέσεις με συντρόφους, άτομα του φιλικού και κοινωνικού μας περιβάλλοντος, στην αποτυχημένη αποπειρά μας να ανεβάσουμε την αυτοπεποίθησή μας, αναπληρώνοντας την αδυναμία μας να υπάρξουμε και ως μοναχικές οντότητες . Σ αυτήν την περίπτωση, φυσικά, πέφτουμε σε κατάθλιψη και αυτό-εγκατάλειψη κάθε φορά που οι άλλοι δεν είναι για μας διαθέσιμοι και παρόντες.