Η ψυχοθεραπεία επιδρά δυναμικά στην προσωπικότητα και στην ψυχή. Μειώνει συνήθως την απόσταση που χωρίζει τις απαιτήσεις της μιας από την άλλη.
Καθώς η ψευδαίσθηση της ψυχικής και υπαρξιακής αυτάρκειας αποδομείται.
Καθώς η επίπλαστη ναρκισσιστική εικόνα του επαρκούς, αυτοδύναμου και παντοδύναμου εαυτού σταδιακά και με ασφάλεια καταρρέει, οι δικλίδες ψευδασφάλειας κι αυτοοργάνωσης χάνουν την χρησιμότητά τους.
Η κατάκτηση της «καταθλιπτικής θέσης» από το υποκείμενο (δηλαδή της θέσης στην οποία είναι δυνατόν μέσα του να συνυπάρχει το «καλό» και το «κακό») επιτρέπει την καθαρότερη κι ωριμότερη θέαση του εαυτού, και της δυναμικής των σχέσεων με τους σημαντικούς άλλους.
Η καρδιακή επαφή, η βιωματική αντίληψη της προσωπικής οδύνης διευρύνει εντός του ανθρώπου τους ψυχικούς υποδοχείς της ατομικής του ιστορίας, των συναισθηματικών του εμπειριών, της ανάγκης του για κατανόηση κι απόδοση ευθύνης.
Έχοντας ο θεραπευόμενος την αίσθηση πως μπορεί να εμπεριέξει την απώλεια, αναγνωρίζοντας τα ζωντανά τραύματα στον παρόντα χρόνο, ελευθερώνεται από τον απωθημένο φόβο της αυτό-κατάρρευσης και της ανυπαρξίας του, που μέχρι τώρα στοίχειωνε κάθε του ασυνείδητη επιλογή.
Την ώρα που αναγνωρίζει πως η αυτοεικόνα του απαρτιωμένου, και ικανού εαυτού είναι μόνο αντισταθμιστική για τον πόνο του φαντασίωση.
Την ώρα που βιωματικά συνειδητοποιεί πως υπήρξε και πως μπορεί να υπάρχει ως «μισός», ως πολυδιασπασμένος σε ασυναρμολόγητα κομμάτια, την ίδια ώρα είναι σε θέση να βιώσει μια προτώγνωρη αίσθηση πραγματικής επάρκειας, ελεύθερης από την φαντασίωση της καταστροφής.
Οι μαγαλύτεροι φόβοι τώρα βιώνονται, τα τείχη των εσωτερικών αντιστάσεων χαμηλώνουν, και η σχέση του με τον φυσικό άνθρωπο της επιθυμίας αποκαθίσταται…